ΒΟΤΚΑ: ΤΟ ΕΘΝΙΚΟ ΠΟΤΟ ΠΟΥ ΔΙΧΑΖΕΙ ΠΟΛΩΝΟΥΣ ΚΑΙ ΡΩΣΟΥΣ

Η βότκα είναι ένα καθαρό απόσταγμα, το οποίο μπορεί να παραχθεί από οτιδήποτε περιέχει άμυλο ή ζάχαρη, πχ. πατάτα, ρίζα ζαχαροκάλαμου ή δημητριακά. Εδώ και περισσότερα από σαράντα χρόνια, η βότκα αποτελεί την κορωνίδα των πωλήσεων στα αποστάγματα, στο δυτικό κόσμο. Οι ρίζες της εντοπίζονται σε χώρες πλούσιες σε σιτηρά, όπως η δυτική Ρωσία, η Λευκορωσία, η Λιθουανία, η Ουκρανία και η Πολωνία.

Ενώ το όνομα βότκα είναι υποκοριστικό του ρωσικού voda («νερό»), η προέλευση του ποτού είναι θέμα συζήτησης. Συχνά διχάζει Ρώσους και Πολωνούς οι οποίοι υποστηρίζουν εξίσου σθεναρά πως κατέχουν την πρωτότυπη συνταγή της. Οι δύο αυτοί λαοί έχουν την βότκα ως εθνικό τους ποτό. Κάποιοι ισχυρίζονται ότι προήλθε τον 8ο ή τον 9ο αιώνα, είτε από την Πολωνία είτε από τη Ρωσία. Ανεξάρτητα από πότε και από πού προήλθε, ένα ποτό, που ονομαζόταν βότκα, ήταν δημοφιλές στη Ρωσία, την Πολωνία και τις βαλκανικές χώρες, από το 14ο αιώνα μέχρι και λίγο μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Τότε ήταν που η κατανάλωση άρχισε να αυξάνεται ραγδαία στις Ηνωμένες Πολιτείες και στην υπόλοιπη Ευρώπη.

 

Πώς και από τι παράγεται η βότκα

Η βότκα βασίζεται στην απόσταξη. Η απόσταξη αυξάνει το ποσοστό αλκοόλης του τελικού προϊόντος, μέσω θέρμανσης, εξάτμισης και συμπύκνωσης. Αυτή η αύξηση ποσοστού αλκοόλης τη διακρίνει από τα ποτά μη αποσταγμένου αλκοόλ. Συγκεκριμένα, εφαρμόζεται η απόσταξη στήλη. Αυτή η ιδέα εμφανίστηκε τον 19ο αιώνα, όταν οινοπνευματοποιοί με μεγάλες μονάδες παραγωγής χρειάζονταν μια ταχύτερη μέθοδο απόσταξης, σε αντίθεση με τη χρονοβόρα απόσταξη σε δοχείο, που απαιτεί καθαρισμό μετά από κάθε παρτίδα (batch). Η απόσταξη στήλης περιλαμβάνει μεγάλες στήλες στις οποίες εγχέεται συνεχώς ζυμωμένος πολτός και ο ήδη υπάρχων ατμός ανεβαίνει για να τον συναντήσει. Ως αποτέλεσμα, έχουμε την παραγωγή βότκας. Το νερό που χρησιμοποιείται στην απόσταξη παίζει σημαντικό ρόλο. Επηρεάζει άμεσα τη διαδικασία πολτοποίησης, ψύξης και συμπύκνωσης. Μάρκες βότκας, όπως η Grey Goose, διαφημίζονται ως υψηλής ποιότητας, λόγω της χρήσης νερού πηγής. Επίσης, οι οινοπνευματοποιοί χρησιμοποιούν συχνά ορυκτά, όπως κάρβουνο, για να φιλτράρουν το προϊόν, με αποτέλεσμα την αυξημένη καθαρότητα. Τα συστατικά που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή της βότκας ποικίλλουν, όχι μόνο ανά χώρα, αλλά και μεταξύ οινοπνευματοποιών. Το καλαμπόκι είναι ένα από τα πιο δημοφιλή συστατικά εκκίνησης, με μάρκες όπως η Tito’s και η Smirnoff να το χρησιμοποιούν. Το σιτάρι είναι επίσης κοινό συστατικό και εμφανίζεται στην Absolut και Ketel One. Από την άλλη, η γαλλική βότκα Ciroc παράγεται από σταφύλια Mauzac και Ugni Blanc.

 

Μύθοι γύρω από τη βότκα

Μόνο η βότκα πατάτας ή καλαμποκιού είναι χωρίς γλουτένη

Η διαδικασία απόσταξης της βότκας εξαλείφει όλη τη γλουτένη. Το οινόπνευμα διαχωρίζεται από τον πολτό και ταξιδεύει μέσα στον αποστακτήρα, για να μετατραπεί σε υγρό από την άλλη πλευρά. Γλουτένη υπάρχει μονάχα αν ο παραγωγός επιλέξει να την προσθέσει μετά την απόσταξη, προκειμένου να επηρεάσει τη γεύση ή το άρωμα του αποστάγματος. Επομένως, είναι σημαντικό να ελέγχετε πάντα τις αρωματισμένες βότκες, αν το θέμα σας απασχολεί!

Περισσότερη απόσταξη σημαίνει και καλύτερη βότκα

Ενώ η επαναπόσταξη της βότκας μπορεί να την καταστήσει πιο καθαρή και λεία, δε σημαίνει απαραίτητα ότι της βελτιώνει την ποιότητα. Η υπεραποσταγμένη βότκα μπορεί να χάσει σε γεύση, άρωμα και χαρακτήρα, με αποτέλεσμα να μοιάζει με καθαρό οινόπνευμα!

Υψηλότερη τιμή σημαίνει και καλύτερη ποιότητα

Οι βότκες στο επάνω ράφι τιμολογούνται από μόνες τους, με βάση την καθαρότητα των πρώτων υλών που χρησιμοποιούν. Για παράδειγμα, ορισμένες εταιρείες καυχώνται για τη φρεσκάδα του νερού τους. Ενώ τα πιο φρέσκα συστατικά είναι συνήθως συνώνυμα με την καλύτερη ποιότητα, τελικά η επιλογή είναι περισσότερο θέμα προσωπικής προτίμησης. Μη φοβάστε να απολαύσετε μια βότκα χαμηλότερου κόστους, αν ταιριάζει με τα προσωπικά σας γούστα. Δεν είναι υποχρεωτικά κακή!

 

Στην κάβα μας θα βρείτε βότκα κάθε τύπου! Επισκεφτείτε το e-shop μας, για να προμηθευτείτε την αγαπημένη σας ή για να δοκιμάσετε κάποια καινούρια.

 

 

Σοφία Κορδέλλου

Οινολόγος, MSc